Carretera Austral, Patagonia

Αφήσαμε πίσω μας την λίμνη Futalaufqen ένα όμορφο πρωινό. Η ruta 71 είναι χωμάτινη για 19 χιλιόμετρα και έπειτα βγαίνοντας από τον δρυμό Los Alerces συνεχίζει ασφάλτινα μέχρι τη μικρή επαρχιακή πόλη Trevellin, από όπου στραφήκαμε ξανά δυτικά προς την Χιλή πάνω σε βατούς πατημένους χωματόδρομους. Μετά τα σύνορα σταματήσαμε στο χωριό Futaleufu για προμήθειες αφού πριν από κάθε Χιλιανό-Αργεντίνικο πέρασμα έπρεπε να φροντίζουμε να έχουμε απαλλαγεί (βλ. καταναλώσει) από οτιδήποτε φρέσκο τρόφιμο είχαμε στις αποσκευές μας, όπως τυρί, ξηρούς καρπούς, αλλαντικά και κυρίως φρούτα. Όλα αυτά που αποτελούσαν βασικότατο μέρος της καθημερινής μας διατροφής,  κατάσχονται στα σύνορα.

Επίσης, έπρεπε να σκεφτούμε το πώς θα κινηθούμε τις αμέσως επόμενες ημέρες. Από την μία ήταν οι συγκεχυμένες πληροφορίες που είχαμε για την κατάσταση του δρόμου. Κάποιοι παρουσίαζαν την διαδρομή που είχαμε μπροστά μας ως εξαιρετικά δύσκολη, με πολύ λάσπη. Άλλοι, έλεγαν (έγραφαν) ότι στο μεγαλύτερο κομμάτι της ήταν βατή, με λίγα δύσκολα επιμέρους τμήματα. Προετοιμασμένοι για το λιγότερο επιθυμητό σενάριο, καταστρώσαμε το σχέδιο ως εξής. Αφού πιάναμε την ruta 7, θα καλύπταμε σε αυτήν περίπου 600 χιλιόμετρα σε 4 μέρες. Και για να την ξεκινούσαμε φρέσκοι και ξεκούραστοι εν’ όψη πιθανής λασπομαχίας, θα στήναμε τη σκηνή μας εκείνη τη μέρα κάπου στη Villa Santa Lucia, στη συμβολή της ruta 235 με την ruta 7. Ήταν όμως 21η Δεκεμβρίου. Με τέτοιο προγραμματισμό θα βρισκόμασταν ανήμερα Χριστουγέννων κάπου στη μέση της ruta 7 χωρίς να ξέρουμε τι θα βρίσκαμε στο δρόμο μας ανοιχτό, ή αν τα όποια χόστελ και κάμπινγκ υπήρχαν θα ήταν γεμάτα. Κρατήσεις δεν είχαμε πουθενά.

Εκτός από την πόλη Coyhaique περίπου 360 χιλιόμετρα μακριά, σε όλο το κομμάτι πριν και μετά από αυτήν, οι επιλογές μας εμφανίζονταν ιδιαίτερα περιορισμένες.  Για τα λιγοστά χωριά κατά μήκος της διαδρομής αναφέρονταν συχνά ελλείψεις σε εφόδια και καύσιμα, δυσκολίες στην πρόσβαση και άλλα τέτοια. Πριν λίγα χρόνια (2008) μια έκρηξη του ηφαιστείου Chaiten είχε προκαλέσει καταστροφές σε ολόκληρη την περιοχή, καλύπτοντας με στάχτη τεράστιες εκτάσεις, αναγκάζοντας τις αρχές να εκκενώσουν τα χωριά σε ακτίνα εκατοντάδων χιλιομέτρων. Και ενώ τα περισσότερα από αυτά έχουν επιστρέψει σε φυσιολογικούς ρυθμούς, υπάρχουν ακόμα μικροί οικισμοί που εγκαταλείφτηκαν για πάντα. Γενικότερα, η περιοχή είχε στο μυαλό μας αρκετό εφέ από no man’s land και αυτό προκαλούσε λίγο έξαψη παραπάνω.

Μερικές λεπτομέρειες ακόμα που μας απασχολούσαν ήταν τα χρήματα και ο καιρός. Δεν είχαμε αρκετά χιλιανά πέσος μαζί μας! Που θα βρίσκαμε να αλλάξουμε χρήματα? Θα υπήρχε κάποιο ATM ή θα δεχόντουσαν πιστωτική κάρτα στα μικρά χωριά της ruta 7 μέχρι να φτάσουμε στο Coyhaique? Αν ο καιρός δεν μας επέτρεπε να στήσουμε σκηνή, δεν θα είχαμε να πληρώσουμε ένα χόστελ.

Με αυτές τις σκέψεις φτάσαμε στην Villa Santa Lucia αλλά ο χωματόδρομος έως εκεί βγήκε πολύ εύκολα και έτσι φθάσαμε νωρίς τελικά. Δεν είχε νόημα να κόψουμε τη μέρα μας εκεί, τόσο γρήγορα. Συνεχίσαμε . Κούμπωσα την 1η στο κιβώτιο και στρίβοντας αριστερά στην έξοδο του χωριού βρεθήκαμε σε μια από τις πιο φημισμένες διαδρομές της Παταγονίας. Η Χιλιανή ruta 7 ή καλύτερα η «Carretera Austral» ανοιγόταν μπροστά μας, και ήταν λες και άρχιζε ένα σόου της φύσης υπερπαραγωγή. Πυκνό δάσος, τυρκουάζ λίμνες (ξανά), όψεις παγετώνων στις πλαγιές, καταρράκτες. Ο καιρός που χάλασε σχεδόν ακαριαία και έγινε τόσο άσχημος που κανονικά λες «πρέπει να κάτσω σπίτι» δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να μειώσει ούτε στο ελάχιστο την ευφορία που αισθανόμασταν. Ίσα ίσα, που προσέδιδε στο μέρος μια άκρως μυστηριακή ατμόσφαιρα και λειτουργούσε σαν ψυχοτροπική ουσία που σε βάζει σε άλλο τριπάκι. Και τότε, μέσα από πέπλο ομίχλης ξεπρόβαλλαν τμήματα κατεστραμμένων δασών από την πυροκλαστική ροή του Chaiten, και όλα γινόντουσαν απόκοσμα όμορφα. Αν υπάρχει κάτι που μας ξενέρωσε, ήταν ότι από την ένταση της βροχής δεν καταφέραμε να βγάλουμε ούτε μια φωτογραφία σε όλο αυτό το μαγικό κομμάτι, εκτός απο 2-3 πλάνα με την αδιάβροχη gopro, προτού η μπαταρία της παραδόσει το πνεύμα.

Όπως και να’χει, νομίζω πως μετά την Βολιβία η οποία έχει κερδίσει για εμάς μακράν το νούμερο 1, η Carretera Austral, εκείνο το τμήμα της έστω, κατακτά εύκολα την 2η θέση της λίστας με τα πιο όμορφα, εντυπωσιακά και ανυπέρβλητα τοπία που είδαμε στο ταξίδι μας.

Bέβαια, δεν άργησε πολύ να παγώσουμε και να αρχίσουμε να τουρτουρίζουμε, αναζητώντας διακαώς μια προστασία. Ότι αδιάβροχα και αν φοράς, όταν βρέχει τόσο πολύ και για τόση ώρα σε έναν τόπο που επηρεάζεται έντονα από τα μεγάλα παγετωνικά πεδία o’higgins (από τα μεγαλύτερα του κόσμου), πάνω σε μια μοτοσικλέτα θα την «ακούσεις» αργά ή γρήγορα. Έτσι, στο χωριό La Junta σταματήσαμε ψάχνοντας κατάλυμα όντας πλέον βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο. Στο χόστελ, ένα από τα 2 που δέχονταν πιστωτική κάρτα, ο ιδιοκτήτης μας έλεγε πως αυτός ο καιρός δεν έχει ξαναγίνει! Έβρεχε λέει ασταμάτητα επί 2 εβδομάδες. Κανονικά θα έπρεπε εκείνη την εποχή του χρόνου να είχαν λιακάδα. Το δωμάτιο μας είχε μετατραπεί για μια ακόμη φορά σε πλυσταριό. Μπότες κάτω από τα καλοριφέρ, γάντια πάνω στα καλοριφέρ, κορντούρες κρεμασμένες δίπλα τους. Έλεγχος απωλειών στις βαλίτσες και ευτυχώς τα … αντιπλημμυρικά έργα κατά της βροχής που είχαμε κάνει δούλεψαν.

Την επόμενη μέρα η κακοκαιρία και η καταρρακτώδης βροχή συνεχίστηκαν για όλο το κομμάτι της χωμάτινης διαδρομής. Δηλαδή στα ωραία, στα καλύτερα. Εκεί που θες να έχεις τη φωτογραφική στο χέρι και να ρίχνεις κλικ κατά ρυπάς ασταμάτητα. Η μυστηριακή ατμόσφαιρα παρέμενε και ο δρόμος πλέον κυλούσε πλάι στα παταγονικά φιόρδ και μέσα από ψαροχώρια. Το εκνευριστικό ήταν πως ο ήλιος έκανε την εμφάνιση του μόλις πατήσαμε σε άσφαλτο, στα τελευταία 194 χιλιόμετρα προς το Coyhaique τα οποία είχαν το λιγότερο ενδιαφέρον! Το τοπίο πλέον είχε αλλάξει, είχε απαλύνει τόσο που σχεδόν έμοιαζε αδιάφορο συγκριτικά με το υπερθέαμα που είχε προηγηθεί.

Αναζητώντας camping στα περίχωρα της πόλης, σε ένα ανηφορικό χωματόδρομο με έντονη κλίση, διασταυρωθήκαμε με ένα τζιπ το οποίο κατέβαινε με φόρα. Το πλάτος του δρόμου δεν μας χωρούσε και τους δυο. Το έδαφος λόγω της βροχής γλιστρούσε πολύ. Ο οδηγός του 4τροχου δεν άφησε το πόδι από το γκάζι, αναγκάζοντας με τελευταία στιγμή σχεδόν να ρίξω τη μοτοσικλέτα στο πλάι, και ενώ αυτή άρχισε να υποχωρεί προς τα πίσω γλιστρώντας στη κατηφόρα. Για λίγα δευτερόλεπτα, όσο προσπάθησα να την κρατήσω, ένιωσα το δεξί μου χέρι να τραντάζεται εσωτερικά. Η θλάση και ο έντονος πόνος θα με συνόδευαν μέχρι το τέλος του ταξιδιού μας, αφού η σχεδόν καθημερινή οδήγηση δεν επέτρεπε στο τραύμα να θεραπευτεί, κάνοντας καθημερινά την οδήγηση μαρτύριο. Για τον επόμενο ένα μήνα, είχα μετατραπεί σε junkie αντιφλεγμονωδών και παυσίπονων.

Αφήνοντας το Coyhaique, στο paso Cerro Castillo είδαμε το θερμόμετρο να βουτά στους μηδέν αλλά η αισθητή θερμοκρασία λόγω του νερού ήταν τραγικά χειρότερη. Δεν θυμάμαι να κρυώναμε τόσο ούτε και όταν είχαμε βγεί στο δρόμο με -8ο C, πριν 3 μήνες στις Άνδεις. Η Έλενα δεν μπορούσε καν να κρατήσει τη φωτογραφική μηχανή, από το πόνο που προκαλούσε στο χέρι της η παγωνιά. Από το σημείο που αρχίζει πάλι το χώμα, η φύση ξαναμεταμορφώνεται και βάζει τα καλά της, ενώ και ο καιρός μαλάκωσε και μας επέτρεψε να συνέλθουμε.

Η επόμενη διανυκτέρευση μας βρήκε στο Puerto Tranquillo, ένα μικρό χωριό στη δυτική όχθη της τεράστιας λίμνης Lago General Carrera, το οποίο έχει γίνει γνωστό για ένα και μόνο λόγο, τις “Capillas de Marmol” : περίπου 3-4 χιλιόμετρα δυτικά του χωριού, η όχθη της λίμνης σχηματίζει μια μικρή χερσόνησο. Το τελείωμα της είναι από μασίφ μάρμαρο το οποίο έχει σμιλευθεί με τρόπο που μόνο η φύση γνωρίζει, σχηματίζοντας ένα πανέμορφο δίκτυο από σπηλιές, τούνελ και μαρμάρινους μονόλιθους που χρωματίζονται μαγικά από τις αντανακλάσεις του φωτός στα νερά. Η βαρκάδα επιβαλλόταν. Μας την προσέφερε ο ιδιοκτήτης του χόστελ που μείναμε. Μόνο που επειδή θέλαμε να κάνουμε ένα rebound στο κόστος, του είπαμε ότι ψάχναμε για κάμπινγκ. Μας είπε να στήσουμε τη σκηνή μας στην αυλή του, το οποίο και κάναμε. Δεν μας είπε ότι θα είχαμε για παρέα όλες τις κότες του που αλώνιζαν ελεύθερες δίπλα μας.

Στο χωριό συναντηθήκαμε με δυο νοτιοαφρικανούς τους οποίους τους είχαμε πετύχει και την προηγούμενη μέρα, σε μια στάση μας για να ξεκουραστούμε λίγο από την βροχή. Οδηγούσαν 2 νοικιάρικα F800GS, και με ανησυχία μας είπαν ότι είχαν μείνει από τακάκια στα πίσω φρένα. Πριν αναχωρήσουμε από το Puerto Tranquilo έλεγξα τα τακάκια της μοτό για να διαπιστώσω και εγώ ότι είχαν τελειώσει. Τα είχα ελέγξει τελευταία φορά στο Santiago με την ευκαιρία τότε της αλλαγής ελαστικών και λαδιών και είχαν πολύ πάστα ακόμα, τόση που σε καμία περίπτωση δεν φανταζόμουν ότι δυόμιση χιλιάδες χιλιόμετρα μετά θα μέναμε χωρίς πίσω φρένο! Δεν είχα υπολογίσει όμως την αυξημένη φθορά τους στο χώμα. Τακάκια θα βρίσκαμε μόνο στην Punta Arenas, 2.100 χιλιόμετρα μακριά.

Αφήσαμε την Carettera Austral, η οποία έτσι και αλλιώς καταλήγει σε αδιέξοδο μερικά χιλιόμετρα νοτιότερα, και στραφήκαμε δυτικά με πορεία ξανά προς την Αργεντινή, οδηγώντας δίπλα στην λίμνη General Carrera. Φτάσαμε στη συνοριακή πόλη Chile Chico λίγη ώρα πριν κλείσουν τα καταστήματα και τα σούπερ μάρκετ. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων. Ανεφοδιαστήκαμε για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι μας και βρήκαμε ένα κάμπινγκ στο οποίο ήμασταν μόλις οι δεύτεροι επισκέπτες. Ανήμερα Χριστούγεννα τα περάσαμε εκεί αραχτοί. Οι δυο μας, η σκηνή μας, και στη Παταγονία. Νομίζω ήταν τα καλύτερα Χριστούγεννα που έχουμε κάνει ποτέ.

Περισσότερες απο 100 φωτογραφίες της φύσης που οργιάζει, στο αντίστοιχο ποστ στο blog της Έλενας (click me)

Στις 26 του Δεκέμβρη περάσαμε τα σύνορα, μπήκαμε ξανά Αργεντινή και συνεχίσαμε την πορεία μας νότια.

Το καλό ήταν πως παρόλη την βροχή, τα χωμάτινα τμήματα της Carretera Austral δεν αποδείχθηκαν τόσο δύσκολα όσο φοβόμουν. Υπήρχαν σημεία τα οποία όντως είχαν μαζέψει πολύ λάσπη ή  χοντρή κροκάλα ή χοντρό ποταμίσιο βότσαλο και καθιστούσαν την οδήγηση απαιτητική και τεχνική με τόσο βάρος, αλλά αυτά τα τμήματα δεν πρέπει να ξεπερνούσαν το 10% των συνολικών χωμάτινων χιλιομέτρων. Έτσι, ενώ υπολογίζαμε να διανύαμε αυτό το σκέλος της Χιλής συνολικά σε 7 μέρες (4 για την Austral, 2 για τα τμήματα από-προς Αργεντινή και 1 για τα Χριστούγεννα), το βγάλαμε σε 5 και αυτό μας έδωσε μια ανάσα για τον τελικό μας προορισμό.

Track log:

Τα χωμάτινα τμήματα της Carretera Austral είναι ως επι το πλείστον εύκολα, βατά. Υπάρχουν σημεία που συγκεντρώνουν πάρα πολύ ποταμίσιο βότσαλο το οποίο με τη βροχή γλυστράει επικύνδυνα. Επίσης με την βροχή που πετύχαμε εμείς συναντήσαμε και σημεία με πολύ λάσπη που απαιτούσαν προσοχή. Υπάρχουν όμως και τμήματα που είναι τόσο καλά πατημένα, που μάλλον είναι σε αναμονή ασφαλτόστρωσης και κυλούν πάρα πολύ γρήγορα. Πχ τα τελευταία 60 «χωμάτινα» χιλιόμετρα προς το Chile Chico είναι σαν άσφαλτος. Περισότερη ταλαιπωρία, κόπωση και εκνευρισμό προκαλούσαν – τη τελευταία μέρα – οι ατελείωτες αυλακώσεις στο χώμα απο μηχανήματα έργων και γκρέηντερ, για σχεδόν 20 χιλιόμετρα, στις οποίες η μηχανή τράνταζε συθέμελα, ασχέτως της ταχύτητας (αργά ή γρήγορα) με την οποία προσπαθούσα να τις περάσω. Για να διαφυλάξεις αναρτήσεις και υποπλαίσιο (λόγω βάρους) αναγκάζεσε να οδηγείς πολύ αργά.

2 σκέψεις σχετικά με το “Carretera Austral, Patagonia”

Σχολιάστε